ΕΝΦΙΑ: Η κλοπή που πρέπει επιτέλους να σταματήσει.

Γράφει η Λαμπρινή Νάκου

Στην Ελλάδα, οι φόροι πάνε κι έρχονται. Εισάγονται ως “έκτακτα μέτρα”, “προσωρινές ρυθμίσεις” ή “λύσεις ανάγκης”, αλλά καταλήγουν να γίνονται μέρος της καθημερινότητάς μας. Ο ΕΝΦΙΑ είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Από προσωρινός φόρος του 2013 έχει πλέον παγιωθεί ως ετήσιο χαράτσι για εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων.


Η 31η  Μαρτίου ήταν η καταληκτική ημέρα για τη πληρωμή της α δόσης του ΕΝΦΙΑ ή την εξόφληση του (εφάπαξ). Και σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί ότι αντίθετα με το φόρο εισοδήματος, αυτοί που θα πληρώσουν εφάπαξ το ποσό δεν έχουν καμία απολύτως έκπτωση. Επιπρόσθετα αν ο πολίτης χάσει τη προθεσμία πληρωμής δόσης του ΕΝΦΙΑ επιβαρύνεται με προσαυξήσεις. Συγκεκριμένα η προσαύξηση είναι 0,73% μηνιαίως επί του ποσού της καθυστερημένης δόσης. Η επιβάρυνση ξεκινά από την επόμενη ημέρα της λήξης της προθεσμίας και αν η καθυστέρηση είναι μεγάλη, μπορεί να προχωρήσει η εφορία σε αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, όπως κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών που πολλές φορές έχουμε δει να συμβαίνει.

 Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω ο ΕΝΦΙΑ θεσπίστηκε το 2013 (Ν.4223/2013) από τη κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά, ως μια ακόμη προσπάθεια δημοσιονομικής εξισορρόπησης εν μέσω μνημονιακής εποχής. Αν και παρουσιάστηκε ως προσωρινός φόρος, όπως πολλά μέτρα εκείνης της περιόδου, πολύ γρήγορα έγινε μόνιμος επιβαρύνοντας κάθε χρόνο εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων.

Το επιχείρημα των κυβερνήσεων της φορολόγησης της περιουσίας “για λόγους ισότητας” καταρρίπτεται βλέποντας πως τα βάρη κατανέμονται δυσανάλογα. Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι ο μικροιδιοκτήτης πληρώνει συγκριτικά πολύ περισσότερο σε σχέση με το εισόδημα του από ότι οι πραγματικά εύποροι. 

Χιλιάδες άνθρωποι που μπορεί να έχουν χαμηλά ή καθόλου εισοδήματα (π.χ. άνεργοι, συνταξιούχοι κτλ) καλούνται να πληρώνουν ετησίως για ένα ακίνητο που πολλές φορές ούτε αποδίδει εισόδημα, ούτε έχει ρευστοποιήσιμη αξία στην αγορά. Και ποιος υφίσταται τις συνέπειες; Η μεσαία τάξη φυσικά, η οποία παραδοσιακά στήριζε και στηρίζει το κοινωνικό και οικονομικό οικοδόμημα της χώρας. Σε μια χώρα όπου η ιδιοκατοίκηση ξεπερνά το 70%, ο ΕΝΦΙΑ λειτουργεί τιμωρητικά προς τους πολίτες που προσπαθούν να διασφαλίσουν στέγη και σταθερότητα για τις οικογένειες τους. Οι πολίτες πληρώνουν νοίκι στο ίδιο τους το σπίτι, και το κράτος δείχνει απρόθυμο να αποδεχτεί ότι η κατοχή ακινήτου δεν είναι προνόμιο, αλλά συχνά αποτέλεσμα κόπων μιας ζωής.

Μπορεί εν προκειμένω να μιλάμε για τον ΕΝΦΙΑ, η Ελλάδα όμως χαρακτηρίζεται από υπερφορολόγηση και διαρκείς επιβαρύνσεις.  Πολλές φορές πληρώνουμε φόρους πάνω σε άλλους φόρους. Μια αλυσίδα φόρων που βαραίνουν καθημερινά τη τσέπη του Έλληνα πολίτη, σαν να μην αρκούσε η ακρίβεια και οι χαμηλοί μισθοί, η πολιτεία ζητά περισσότερα από αυτούς που έχουν λιγότερα.

Οι Έλληνες πολίτες έχουν πληρώσει και ξαναπληρώσει φόρους, δάνεια, εισφορές και “έκτακτες” επιβαρύνσεις με την ελπίδα πως κάποτε ο κύκλος αυτός θα κλείσει. Αντί όμως να δικαιώνονται  για τη συνέπεια τους, βιώνουν ένα αέναο και άδικο deja vu, το οποίο περιέχει τους ίδιους φόρους, τα ίδια χρέη αλλά και τις ίδιες υποσχέσεις πως “αυτό θα είναι το τελευταίο μέτρο”. 

Η μοναδική λύση του προβλήματος είναι μια και δεν είναι άλλη από το να καταργηθούν όλοι οι φόροι επί της ακίνητης περιουσίας, ώστε ο πολίτης να είναι πραγματικά κυρίαρχος της εστίας του. Μόνο τότε θα μιλάμε για κοινωνική δικαιοσύνη, για πραγματική ελευθερία και ισότητα. Η κατοικία δεν είναι πηγή φορολογικού κέρδους αλλά το καταφύγιο κάθε οικογένειας.  Αυτό βέβαια μόνο στο πρόγραμμα του μοναδικού Πολιτικού Φορέα Ελλήνων Συνέλευσις το βλέπουμε. Και μάλιστα το σφράγισε στον Άρειο Πάγο το 2015, για μια πραγματική Δημοκρατία. 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *